Ο εντοπισμός μπορεί να πραγματοποιηθεί με απεικονιστικές τεχνικές.
Μαστογραφικώς
Η πιο ενδεδειγμένη τεχνική για μη ψηλαφητές βλάβες, ιδίως όταν αφορούν σε αποτιτανώσεις και όχι σε παρουσία όζου στον υπερηχοτομογραφικό έλεγχο.
Με την τεχνική αυτή υπό μαστογραφικό έλεγχο προωθείται μία βελόνη μέχρι το σημείο της παθολογικής εστίας και διαμέσου αυτής εισάγεται λεπτό σύρμα που καταλήγει στην εστία, όπου και αγκυστρώνεται.
Ο χειρουργός στη συνέχεια ακολουθώντας το σύρμα αφαιρεί χειρουργικά τον ιστό πέριξ της κορυφής του σύρματος κι αποστέλλει το υλικό για βιοψία. Η επέμβαση μπορεί να διενεργηθεί 24-48 ώρες από την τοποθέτηση του σύρματος. Οπωσδήποτε δε, προ της βιοψίας διενεργείται μαστογραφικός έλεγχος του υλικού, ώστε να επιβεβαιωθεί η ευστοχία της τεχνικής, δηλαδή η απομάκρυνση του ύποπτου προς βιοψία ιστού.
Υπερηχοτομογραφικώς
Ενδείκνυται μόνο στις περιπτώσεις που ανευρίσκεται υπερηχοτομογραφικώς διακριτό μόρφωμα. Δεν έχει θέση επομένως στις περιπτώσεις των αποτιτανώσεων.
Η τεχνική εντοπισμού της βλάβης και προώθησης σύρματος σε αυτή είναι ακριβώς η ίδια όπως και στη μαστογραφική καθοδήγηση.
Βάση βιβλιογραφικών δεδομένων τα αποτελέσματα της ιστολογικής εξέτασης, που προέκυψαν από επεμβάσεις “κατευθυνόμενες” στο μαστό κατέδειξαν:
• καλοήθεις βλάβες: 70%
• προκαρκινικές βλάβες: 6%
• κακοήθεια: 24%
Τα ευρήματα αυτά υποδηλώνουν το σημαντικότατο ρόλο της μαστογραφίας και του υπερηχογραφήματος στην πρώιμη ανίχνευση, αλλά και τον εντοπισμό καρκινικών βλαβών σε πρώιμα στάδια.
Καταλήγοντας εξάγεται εύκολα το συμπέρασμα, πως δεν αμφισβητείται σε καμιά περίπτωση ο ρόλος της αυτοεξέτασης και της φυσικής εξέτασης των μαστών, όμως τη δυνατότητα ανίχνευσης βλαβών σε πολύ πρώιμα στάδια, π.χ. προκαρκινικές βλάβες ή καρκίνοι με διάμετρο μικρότερη του ενός εκατοστού, παρέχει μόνο ο μαστογραφικός και ο υπερηχογραφικός έλεγχος. Συνεπώς είναι αδικαιολόγητη η μη συμμόρφωση του γυναικείου πληθυσμού στους προτεινόμενους προληπτικούς απεικονιστικούς ελέγχους.